Κυρίες και Κύριοι Βουλευτές,
Ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος και ο νέος Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας που ψηφίστηκαν τον Ιούλιο αποτελούν δίχως αμφιβολία δύο κείμενα που είναι κάτι παραπάνω από δύο νέα νομοθετήματα. Οι δύο αυτοί Κώδικες συνιστούν μια θεμελιώδη μεταρρύθμιση για τη χώρα. Συνιστούν μια πραγματική επένδυση για το μέλλον με σημαντική συνεισφορά στην απλοποίηση και τον εκσυγχρονισμό του φορολογικού μας συστήματος.
Πρόκειται για ένα έργο γιγάντιο που κληθήκαμε να φέρουμε σε πέρας σε ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα, κάτω από συνθήκες μεγάλης πίεσης, έχοντας, ωστόσο, απόλυτη συναίσθηση της κρισιμότητας της κατάστασης, αλλά και της αδήριτης ανάγκης να προχωρήσουμε μπροστά με αποφασιστικότητα και θάρρος. Αυτό το μεγάλο έργο ερχόμαστε σήμερα να συμπληρώσουμε και να προσαρμόσουμε σε όσα σημεία κρίναμε απαραίτητο. Για το λόγο αυτό ψηφίσθηκε το καλοκαίρι, ώστε να υπάρχει επαρκές διάστημα για να εξετασθεί κάθε λεπτομέρεια. Δουλεύαμε όλο αυτό το διάστημα καθημερινά με τα νέα κείμενα, τα επανεξετάζαμε και τα αξιολογούσαμε διαρκώς, ώστε με τη θέση τους σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2014 να διασφαλιστεί η αξιοπιστία τους και η αρτιότητά τους. Το αποτέλεσμα αυτής της δουλειάς αποτυπώνεται στο νομοθέτημα που έχετε στα χέρια σας. Κατά το μεγαλύτερο μέρος πρόκειται για νομοτεχνικές προσαρμογές που αποσκοπούν στην καλύτερη ερμηνεία και εφαρμογή των νομοθετικών διατάξεων. Πρόκειται για βελτιώσεις που είτε προέκυψαν κατά τον εσωτερικό επανέλεγχο, ενόψει και των παρατηρήσεων των υπηρεσιών, είτε συνιστούν αποτέλεσμα ευρείας και διαρκούς διαβούλευσης με μεγάλο αριθμό φορέων και οργανισμών. Ο σκοπός μας δεν είναι άλλος από τη διασφάλιση σε όλες τις περιπτώσεις της σαφήνειας των διατάξεων και άρα της ασφάλειας δικαίου.
Συγκεκριμένα, όσον αφορά τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προχωρήσαμε στις απαραίτητες συμπληρώσεις και διασαφηνίσεις και συμπληρώσαμε όποια κενά εντοπίστηκαν. Ειδικότερα:
1. Οι διατάξεις για τη φορολογική κατοικία τροποποιούνται, έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η προσέλκυση στη χώρα φυσικών προσώπων που επιδιώκουν να παραμείνουν για χρονικά διαστήματα άνω των 183 ημερών για τουριστικούς, ιατρικούς, θεραπευτικούς ή παρόμοιους ιδιωτικούς σκοπούς, χωρίς να θεμελιώνουν, για το λόγο αυτό, φορολογική κατοικία στην Ελλάδα και να υπόκεινται σε φορολόγηση στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημά τους.
2. Διευκρινίζεται ρητά, για την άρση παρερμηνειών και την προσέλκυση επενδύσεων, ότι ο κανόνας, σύμφωνα με τον οποίο τρεις ομοειδείς συναλλαγές που λαμβάνουν χώρα εντός εξαμήνου θεωρούνται επιχειρηματική συναλλαγή δεν εφαρμόζεται για τους τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή που εκδίδονται από εισηγμένες εταιρείες, καθώς και για τα κρατικά ομόλογα, εκτός από τις περιπτώσεις όπου ο φορολογούμενος ασχολείται κατ’ επάγγελμα με τις ανωτέρω συναλλαγές. Δεν τίθεται συνεπώς κανένα ζήτημα διατήρησης βιβλίων για όσους επενδυτές πραγματοποιούν πάνω από τρεις συναλλαγές εντός εξαμήνου στους ανωτέρω τίτλους.
3. Τροποποιούνται οι διατάξεις για το φόρο υπεραξίας από τη μεταβίβαση τίτλων. Για να αποφευχθεί υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση και άδικες καταστάσεις, λαμβάνεται μέριμνα για τον καθορισμό του τρόπου υπολογισμού της τιμής κτήσης με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, στις περιπτώσεις που οι μεταβιβαζόμενοι τίτλοι έχουν αποκτηθεί πριν από την 29η Σεπτεμβρίου 1999 (ημερομηνία ολοκλήρωσης της διαδικασίας αποϋλοποίησης των τίτλων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών) με αναγωγή στην ημερομηνία αυτή. Για την προσέλκυση αλλοδαπών επενδυτών προβλέπεται επίσης ρητά απαλλαγή από το φόρο του εισοδήματος που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων.
4. Τροποποιούνται οι διατάξεις για την αναγνώριση των δαπανών τόκων ως εκπιπτόμενων επιχειρηματικών δαπανών (υποκεφαλαιοδότηση – thin cap), λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων συνθηκών της ελληνικής οικονομίας και των ελληνικών επιχειρήσεων κατά την τρέχουσα περίοδο. Το ποσοστό των πλεοναζουσών δαπανών τόκων που εκπίπτουν αυξάνεται σε μόνιμη βάση (από 25% σε 30%), ιδίως δε για τα προσεχή τρία έτη αυξάνεται ακόμη περισσότερο (σε ποσοστό 40 έως και 60% των φορολογητέων κερδών προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων - ΕBITDA). Αντίστοιχα, το ποσό των καθαρών δαπανών τόκων που αναγνωρίζονται πλήρως ως εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες αυξάνεται σε 5.000.000 ευρώ για μεταβατική περίοδο δύο ετών, και σε 3.000.000 σε μόνιμη βάση. Προβλέπεται, τέλος, ρητά ότι κάθε δαπάνη τόκων που δεν εκπίπτει μεταφέρεται στα επόμενα έτη, χωρίς κανέναν χρονικό περιορισμό.
5. Ενσωματώνεται στον νέο Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος σειρά ειδικών φορολογικών κινήτρων όπως ιδίως:
α. έκπτωση των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας προσαυξημένων κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων,
β. απαλλαγή από το φόρο των κερδών φυσικών προσώπων, ατομικών επιχειρήσεων και νομικών προσώπων που εμπίπτουν στην έννοια των πολύ μικρών επιχειρήσεων, όπως ορίζονται στη Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2003, από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας προς την «Δ.Ε.Η. Α.Ε». ή άλλο προμηθευτή, μετά από την ένταξή τους στο «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων μέχρι δέκα (10) kw»,
γ. προσαύξηση κατά πενήντα τοις εκατό (50%) του φορολογητέου εισοδήματος του πρώτου κλιμακίου της φορολογικής κλίμακας για τους φορολογούμενους που κατοικούν μόνιμα σε νησιά με πληθυσμό κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους, όπως επίσης μείωση κατά σαράντα τοις εκατό (40%) των φορολογικών συντελεστών για τα κέρδη των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που προκύπτουν από επιχειρηματική δραστηριότητα που ασκείται στα νησιά αυτά.
6. Από τη μελέτη των τροποποιήσεων και αναδιατυπώσεων στο νέο Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προκύπτει, εξάλλου, ότι δεν τίθεται κανένα απολύτως θέμα αύξησης του ποσοστού προκαταβολής φόρου εισοδήματος, όπως ειπώθηκε σε ορισμένα μέσα ενημέρωσης, το οποίο παραμένει στο 55% για τις προσωπικές εταιρείες και για την επιχειρηματική δραστηριότητα των φυσικών προσώπων.
7. Επίσης, η καταβολή του φόρου εισοδήματος σε τρεις δόσεις δεν διαφοροποιείται σε σχέση με αυτά που είχαν θεσπισθεί από τον Ιανουάριο 2013 και είχαν ενσωματωθεί στο ν. 4110/2013. Με τις κατατεθείσες τροποποιήσεις προβλέπεται ρητά ότι η πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος καταβάλλεται μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από την προβλεπόμενη προθεσμία υποβολής της δήλωσης και η καθεμία από τις επόμενες την τελευταία ημέρα του τρίτου και πέμπτου μήνα αντίστοιχα από την υποβολή της δήλωσης. Σημειώνεται ότι η δυνατότητα καταβολής σε τρεις δόσεις προβλέπεται πλέον ανεξαίρετα για όλους τους φορολογουμένους και δεν συναρτάται, όπως μέχρι τώρα, με το τυχαίο και αυθαίρετο χρονικό σημείο της εκκαθάρισης της δήλωσης (με αποτέλεσμα, σε αυτή τη βάση, άλλοτε να υπάρχει δυνατότητα δύο ή και τριών δόσεων, άλλοτε όμως η υποχρέωση εφάπαξ καταβολής).
Όσον αφορά τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, όπως είναι γνωστό, ο ν. 4174/2013 αποτελεί τον πρώτο τέτοιο Κώδικα στην ελληνική έννομη τάξη, ο οποίος εξορθολογίζει και συστηματοποιεί σε ένα ενιαίο κείμενο όλα τα στάδια της φορολογικής διαδικασίας, από την εγγραφή στο φορολογικό μητρώο, τον προσδιορισμό του φόρου και τους ελέγχους μέχρι τις διοικητικές κυρώσεις και την είσπραξη των φόρων. Και εδώ γίνονται νομοτεχνικές βελτιώσεις, ενόψει και των παρατηρήσεων των υπηρεσιών και προστίθεται σειρά μεταβατικών διατάξεων, προκειμένου να αποσαφηνισθεί η μετάβαση στο νέο καθεστώς. Ειδικότερα:
1. Διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας πέραν του Φόρου Εισοδήματος και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, σε μια σειρά άλλων φόρων, τελών, εισφορών και χρηματικών κυρώσεων που αναφέρονται στο Παράρτημα του Κώδικα, προκειμένου να αποφευχθεί η παράλληλη εφαρμογή από τη Φορολογική Διοίκηση περισσότερων διακριτών φορολογικών διαδικασιών που θα είχε προφανείς αρνητικές συνέπειες και για τον φορολογούμενο.
2. Εξειδικεύονται οι όροι ηλεκτρονικής κοινοποίησης πράξεων της Φορολογικής Διοίκησης και προβλέπονται επιπλέον εγγυήσεις προστασίας του φορολογουμένου σε περίπτωση κοινοποίησης με συστημένη επιστολή που δεν παραδοθεί και δεν κοινοποιηθεί στο φορολογούμενο ή στον εκπρόσωπό του για οποιονδήποτε λόγο.
3. Προβλέπεται για πρώτη φορά ίδιος χρόνος παραγραφής της αξίωσης του φορολογουμένου για επιστροφή φόρου, ο οποίος καταβλήθηκε αχρεώστητα και του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης για έκδοση πράξης προσδιορισμού φόρου, αναφορικά με την αντίστοιχη φορολογική υποχρέωση από την οποία πηγάζει η αξίωση προς επιστροφή. Καταργείται με τον τρόπο αυτό η προνομιακή μεταχείριση του Δημοσίου ως προς την προθεσμία της παραγραφής που ήταν ασύμβατη προς τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της χρηστής διοίκησης.
4. Καθίσταται δυνατός ο συμψηφισμός όχι μόνο απαιτήσεων της Φορολογικής Διοίκησης από φόρους και λοιπά έσοδα του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα και σε όλη την εν γένει φορολογική και τελωνειακή νομοθεσία, αλλά και κάθε άλλης απαίτησης.
5. Εξειδικεύεται ο ορισμός της φοροδιαφυγής με την προσθήκη αντικειμενικών κριτηρίων, έτσι ώστε ως μη απόδοση, ανακριβής απόδοση, συμψηφισμός, έκπτωση ή διακράτηση φόρου να θεωρείται η μη απόδοση, ανακριβής απόδοση, συμψηφισμός, έκπτωση ή διακράτηση για κάθε φορολογικό έτος ή διαχειριστική περίοδο και για κάθε μία φορολογία ποσού τουλάχιστον 10.000 ευρώ, εφόσον πρόκειται για φυσικά πρόσωπα ή υπόχρεους τήρησης απλογραφικών βιβλίων και ποσού τουλάχιστον 60.000 ευρώ εφόσον πρόκειται για υπόχρεους τήρησης διπλογραφικών βιβλίων. Με τον τρόπο αυτό, η συνδρομή των προϋποθέσεων της φοροδιαφυγής, που συνεπάγεται διεύρυνση της προθεσμίας παραγραφής από τα πέντε στα είκοσι χρόνια, δεν διαπιστώνεται απλώς στη βάση του υποκειμενικού κριτηρίου του σκοπού απόκρυψης που μπορεί να οδηγήσει σε αυθαίρετα αποτελέσματα, αλλά προϋποθέτει τη συνδρομή αντικειμενικών στοιχείων που καταγράφονται επακριβώς στο κείμενο του νόμου.
6. Παρατείνεται για δύο χρόνια ακόμη η υποχρέωση έκδοσης φορολογικού πιστοποιητικού από ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων. Προκειμένου όμως να αποφευχθούν δυσανάλογες συνέπειες για τη μη τήρηση της υποχρέωσης αυτής, τα προβλεπόμενα πρόστιμα που κυμαίνονταν μεταξύ 10.000 και 100.000 ευρώ μειώνονται σημαντικά και ανέρχονται πλέον σε 5.000 με 40.000 ευρώ. Στο πλαίσιο, επίσης, της θέσπισης κανόνων ανάλυσης κινδύνου, στη βάση των οποίων λειτουργούν η Φορολογική Διοίκηση και η ελεγκτική διαδικασία, καταργείται η υποχρέωση ελέγχου από τη Φορολογική Διοίκηση των επιχειρήσεων που δεν έχουν εκδώσει φορολογικό πιστοποιητικό. Αντίθετα, η μη έκδοση φορολογικού πιστοποιητικού, όπως και η μη διαπίστωση σε αυτό παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας μπορούν να λαμβάνονται υπόψη κατά την επιλογή υποθέσεων προς έλεγχο στο πλαίσιο του προσδιορισμού κριτηρίων ανάλυσης κινδύνου.
7. Τέλος, οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας που αποβλέπουν στον εξοπλισμό της Φορολογικής Διοίκησης με τις απολύτως απαραίτητες εξουσίες, προκειμένου να καταστεί δυνατός ο φορολογικός έλεγχος και η είσπραξη των φόρων έχουν προκαλέσει αδικαιολόγητες παρανοήσεις και παρερμηνείες. Οι προτεινόμενες διατάξεις στην ουσία απλώς εντάσσουν στον Κώδικα και προσαρμόζουν στα σημερινά δεδομένα προβλέψεις που μέχρι σήμερα ήταν διάσπαρτες στη νομοθεσία μας. Η απόλυτα αρνητική στάση που φαίνεται να διατυπώνεται από ορισμένες πτέρυγες της Βουλής σε αυτό το σημείο δεν μπορεί να μην θέσει σε αμφισβήτηση εάν τελικά υπάρχει παντού η πολιτική βούληση για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Ειδικότερα:
- Η δυνατότητα της Φορολογικής Διοίκησης, εφόσον διαπιστώσει παραβάσεις φοροδιαφυγής, να επιβάλει σε βάρος του παραβάτη προληπτικά ή διασφαλιστικά του δημοσίου συμφέροντος μέτρα άμεσου και επείγοντος χαρακτήρα, όπως τη δέσμευση του πενήντα τοις εκατό (50%) των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και του περιεχομένου των θυρίδων υφίσταται ήδη, στη βάση του άρθρου 14 ν. 2523/1997 και, απλώς ενσωματώνεται στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.
- Η δυνατότητα της Φορολογικής Διοίκησης, αποκλειστικά και μόνο σε επείγουσες περιπτώσεις ή για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου, να προβαίνει, εφόσον διαθέτει εκτελεστό τίτλο, σε συντηρητική κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη πριν τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της οφειλής, υφίσταται όχι μόνο στο αρχικό κείμενο του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας που ψηφίστηκε το καλοκαίρι, αλλά και στην ήδη υφιστάμενη διάταξη του άρθρου 8 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων που αναφέρεται ακριβώς στη λήψη μέτρων για μη ληξιπρόθεσμα χρέη. Η συντηρητική κατάσχεση, άλλωστε, σύμφωνα και με τις γενικές διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας διατάσσεται για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου και είναι δυνατή ακόμη και στην περίπτωση δικαιώματος που εξαρτάται από αίρεση και προθεσμία (άρθρο 682 ΚΠολΔ). Για ληξιπρόθεσμα χρέη δεν τίθεται, κατά συνέπεια, κατά λογική και νομική αναγκαιότητα, θέμα συντηρητικής κατάσχεσης, καθώς σε αυτή την περίπτωση κινούνται οι διαδικασίες αναγκαστικές εκτέλεσης.
Όσον αφορά τον ΚΦΑΣ, το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα κάνει ένα περαιτέρω βήμα απλοποίησης των κανόνων φορολογικής απεικόνισης των συναλλαγών. Με τις ουσιαστικές αυτές παρεμβάσεις στον ισχύοντα ΚΦΑΣ, η νομοθεσία μας ευθυγραμμίζεται πλήρως με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τους κανόνες τιμολόγησης και τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές.
Η ισχύς της υποχρεωτικής χρήσης του δελτίου αποστολής λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2013, όπως έχει ήδη ψηφισθεί με το ν. 4093/2012 και όπως επιβάλλεται από το ευρωπαϊκό δίκαιο. Με την προτεινόμενη σήμερα διάταξη αποτρέπεται οποιοδήποτε κενό και προβλέπεται η εφαρμογή κατάλληλων δικλείδων, που θα εξειδικευθούν με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, για την παρακολούθηση της διακίνησης, των παραλαμβανομένων δηλαδή και μη τιμολογημένων ακόμη από τους προμηθευτές αποθεμάτων, καθώς και των αποθεμάτων που έχουν διακινηθεί και εκκρεμεί τιμολόγηση. Συνεπώς, η προτεινόμενη διάταξη, μαζί με την απόφαση του Γενικού Γραμματέα και τις οδηγίες που θα εκδοθούν για την εφαρμογή της έχει ως σκοπό τη διασφάλιση της δυνατότητας ελέγχου, μειώνοντας ταυτόχρονα την επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις.
Με τους νέους Κώδικες Φορολογίας Εισοδήματος και Φορολογικής Διαδικασίας που είναι σήμερα έτοιμοι για εφαρμογή την 1η Ιανουαρίου 2014, όπως επίσης με τις τροποποιήσεις που εισάγουμε στους κανόνες φορολογικής απεικόνισης συναλλαγών, η Φορολογική Διοίκηση εξοπλίζεται με το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο, σύμφωνα με τις καλύτερες ευρωπαϊκές και διεθνείς πρακτικές, για να αντιμετωπίσει τις παθογένειες και τις δυσλειτουργίες δεκαετιών που δεν είναι καθόλου άμοιρες ευθυνών για την οικονομική κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια. Η συνεπής εφαρμογή της νέας φορολογικής νομοθεσίας αποτελεί θεμελιώδες βήμα, τόσο για την υπέρβαση της κρίσης, όσο και για τη μη επανάληψή της στο μέλλον.
Ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος και ο νέος Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας που ψηφίστηκαν τον Ιούλιο αποτελούν δίχως αμφιβολία δύο κείμενα που είναι κάτι παραπάνω από δύο νέα νομοθετήματα. Οι δύο αυτοί Κώδικες συνιστούν μια θεμελιώδη μεταρρύθμιση για τη χώρα. Συνιστούν μια πραγματική επένδυση για το μέλλον με σημαντική συνεισφορά στην απλοποίηση και τον εκσυγχρονισμό του φορολογικού μας συστήματος.
Πρόκειται για ένα έργο γιγάντιο που κληθήκαμε να φέρουμε σε πέρας σε ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα, κάτω από συνθήκες μεγάλης πίεσης, έχοντας, ωστόσο, απόλυτη συναίσθηση της κρισιμότητας της κατάστασης, αλλά και της αδήριτης ανάγκης να προχωρήσουμε μπροστά με αποφασιστικότητα και θάρρος. Αυτό το μεγάλο έργο ερχόμαστε σήμερα να συμπληρώσουμε και να προσαρμόσουμε σε όσα σημεία κρίναμε απαραίτητο. Για το λόγο αυτό ψηφίσθηκε το καλοκαίρι, ώστε να υπάρχει επαρκές διάστημα για να εξετασθεί κάθε λεπτομέρεια. Δουλεύαμε όλο αυτό το διάστημα καθημερινά με τα νέα κείμενα, τα επανεξετάζαμε και τα αξιολογούσαμε διαρκώς, ώστε με τη θέση τους σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2014 να διασφαλιστεί η αξιοπιστία τους και η αρτιότητά τους. Το αποτέλεσμα αυτής της δουλειάς αποτυπώνεται στο νομοθέτημα που έχετε στα χέρια σας. Κατά το μεγαλύτερο μέρος πρόκειται για νομοτεχνικές προσαρμογές που αποσκοπούν στην καλύτερη ερμηνεία και εφαρμογή των νομοθετικών διατάξεων. Πρόκειται για βελτιώσεις που είτε προέκυψαν κατά τον εσωτερικό επανέλεγχο, ενόψει και των παρατηρήσεων των υπηρεσιών, είτε συνιστούν αποτέλεσμα ευρείας και διαρκούς διαβούλευσης με μεγάλο αριθμό φορέων και οργανισμών. Ο σκοπός μας δεν είναι άλλος από τη διασφάλιση σε όλες τις περιπτώσεις της σαφήνειας των διατάξεων και άρα της ασφάλειας δικαίου.
Συγκεκριμένα, όσον αφορά τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προχωρήσαμε στις απαραίτητες συμπληρώσεις και διασαφηνίσεις και συμπληρώσαμε όποια κενά εντοπίστηκαν. Ειδικότερα:
1. Οι διατάξεις για τη φορολογική κατοικία τροποποιούνται, έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η προσέλκυση στη χώρα φυσικών προσώπων που επιδιώκουν να παραμείνουν για χρονικά διαστήματα άνω των 183 ημερών για τουριστικούς, ιατρικούς, θεραπευτικούς ή παρόμοιους ιδιωτικούς σκοπούς, χωρίς να θεμελιώνουν, για το λόγο αυτό, φορολογική κατοικία στην Ελλάδα και να υπόκεινται σε φορολόγηση στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημά τους.
2. Διευκρινίζεται ρητά, για την άρση παρερμηνειών και την προσέλκυση επενδύσεων, ότι ο κανόνας, σύμφωνα με τον οποίο τρεις ομοειδείς συναλλαγές που λαμβάνουν χώρα εντός εξαμήνου θεωρούνται επιχειρηματική συναλλαγή δεν εφαρμόζεται για τους τίτλους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή που εκδίδονται από εισηγμένες εταιρείες, καθώς και για τα κρατικά ομόλογα, εκτός από τις περιπτώσεις όπου ο φορολογούμενος ασχολείται κατ’ επάγγελμα με τις ανωτέρω συναλλαγές. Δεν τίθεται συνεπώς κανένα ζήτημα διατήρησης βιβλίων για όσους επενδυτές πραγματοποιούν πάνω από τρεις συναλλαγές εντός εξαμήνου στους ανωτέρω τίτλους.
3. Τροποποιούνται οι διατάξεις για το φόρο υπεραξίας από τη μεταβίβαση τίτλων. Για να αποφευχθεί υπέρμετρη φορολογική επιβάρυνση και άδικες καταστάσεις, λαμβάνεται μέριμνα για τον καθορισμό του τρόπου υπολογισμού της τιμής κτήσης με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, στις περιπτώσεις που οι μεταβιβαζόμενοι τίτλοι έχουν αποκτηθεί πριν από την 29η Σεπτεμβρίου 1999 (ημερομηνία ολοκλήρωσης της διαδικασίας αποϋλοποίησης των τίτλων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών) με αναγωγή στην ημερομηνία αυτή. Για την προσέλκυση αλλοδαπών επενδυτών προβλέπεται επίσης ρητά απαλλαγή από το φόρο του εισοδήματος που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που είναι φορολογικοί κάτοικοι σε κράτη με τα οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας και το οποίο προκύπτει από υπεραξία μεταβίβασης των τίτλων.
4. Τροποποιούνται οι διατάξεις για την αναγνώριση των δαπανών τόκων ως εκπιπτόμενων επιχειρηματικών δαπανών (υποκεφαλαιοδότηση – thin cap), λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων συνθηκών της ελληνικής οικονομίας και των ελληνικών επιχειρήσεων κατά την τρέχουσα περίοδο. Το ποσοστό των πλεοναζουσών δαπανών τόκων που εκπίπτουν αυξάνεται σε μόνιμη βάση (από 25% σε 30%), ιδίως δε για τα προσεχή τρία έτη αυξάνεται ακόμη περισσότερο (σε ποσοστό 40 έως και 60% των φορολογητέων κερδών προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων - ΕBITDA). Αντίστοιχα, το ποσό των καθαρών δαπανών τόκων που αναγνωρίζονται πλήρως ως εκπιπτόμενες επιχειρηματικές δαπάνες αυξάνεται σε 5.000.000 ευρώ για μεταβατική περίοδο δύο ετών, και σε 3.000.000 σε μόνιμη βάση. Προβλέπεται, τέλος, ρητά ότι κάθε δαπάνη τόκων που δεν εκπίπτει μεταφέρεται στα επόμενα έτη, χωρίς κανέναν χρονικό περιορισμό.
5. Ενσωματώνεται στον νέο Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος σειρά ειδικών φορολογικών κινήτρων όπως ιδίως:
α. έκπτωση των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας προσαυξημένων κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων,
β. απαλλαγή από το φόρο των κερδών φυσικών προσώπων, ατομικών επιχειρήσεων και νομικών προσώπων που εμπίπτουν στην έννοια των πολύ μικρών επιχειρήσεων, όπως ορίζονται στη Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2003, από τη διάθεση παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας προς την «Δ.Ε.Η. Α.Ε». ή άλλο προμηθευτή, μετά από την ένταξή τους στο «Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων μέχρι δέκα (10) kw»,
γ. προσαύξηση κατά πενήντα τοις εκατό (50%) του φορολογητέου εισοδήματος του πρώτου κλιμακίου της φορολογικής κλίμακας για τους φορολογούμενους που κατοικούν μόνιμα σε νησιά με πληθυσμό κάτω από τρεις χιλιάδες εκατό (3.100) κατοίκους, όπως επίσης μείωση κατά σαράντα τοις εκατό (40%) των φορολογικών συντελεστών για τα κέρδη των νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων που προκύπτουν από επιχειρηματική δραστηριότητα που ασκείται στα νησιά αυτά.
6. Από τη μελέτη των τροποποιήσεων και αναδιατυπώσεων στο νέο Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος προκύπτει, εξάλλου, ότι δεν τίθεται κανένα απολύτως θέμα αύξησης του ποσοστού προκαταβολής φόρου εισοδήματος, όπως ειπώθηκε σε ορισμένα μέσα ενημέρωσης, το οποίο παραμένει στο 55% για τις προσωπικές εταιρείες και για την επιχειρηματική δραστηριότητα των φυσικών προσώπων.
7. Επίσης, η καταβολή του φόρου εισοδήματος σε τρεις δόσεις δεν διαφοροποιείται σε σχέση με αυτά που είχαν θεσπισθεί από τον Ιανουάριο 2013 και είχαν ενσωματωθεί στο ν. 4110/2013. Με τις κατατεθείσες τροποποιήσεις προβλέπεται ρητά ότι η πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος καταβάλλεται μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από την προβλεπόμενη προθεσμία υποβολής της δήλωσης και η καθεμία από τις επόμενες την τελευταία ημέρα του τρίτου και πέμπτου μήνα αντίστοιχα από την υποβολή της δήλωσης. Σημειώνεται ότι η δυνατότητα καταβολής σε τρεις δόσεις προβλέπεται πλέον ανεξαίρετα για όλους τους φορολογουμένους και δεν συναρτάται, όπως μέχρι τώρα, με το τυχαίο και αυθαίρετο χρονικό σημείο της εκκαθάρισης της δήλωσης (με αποτέλεσμα, σε αυτή τη βάση, άλλοτε να υπάρχει δυνατότητα δύο ή και τριών δόσεων, άλλοτε όμως η υποχρέωση εφάπαξ καταβολής).
Όσον αφορά τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, όπως είναι γνωστό, ο ν. 4174/2013 αποτελεί τον πρώτο τέτοιο Κώδικα στην ελληνική έννομη τάξη, ο οποίος εξορθολογίζει και συστηματοποιεί σε ένα ενιαίο κείμενο όλα τα στάδια της φορολογικής διαδικασίας, από την εγγραφή στο φορολογικό μητρώο, τον προσδιορισμό του φόρου και τους ελέγχους μέχρι τις διοικητικές κυρώσεις και την είσπραξη των φόρων. Και εδώ γίνονται νομοτεχνικές βελτιώσεις, ενόψει και των παρατηρήσεων των υπηρεσιών και προστίθεται σειρά μεταβατικών διατάξεων, προκειμένου να αποσαφηνισθεί η μετάβαση στο νέο καθεστώς. Ειδικότερα:
1. Διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας πέραν του Φόρου Εισοδήματος και του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, σε μια σειρά άλλων φόρων, τελών, εισφορών και χρηματικών κυρώσεων που αναφέρονται στο Παράρτημα του Κώδικα, προκειμένου να αποφευχθεί η παράλληλη εφαρμογή από τη Φορολογική Διοίκηση περισσότερων διακριτών φορολογικών διαδικασιών που θα είχε προφανείς αρνητικές συνέπειες και για τον φορολογούμενο.
2. Εξειδικεύονται οι όροι ηλεκτρονικής κοινοποίησης πράξεων της Φορολογικής Διοίκησης και προβλέπονται επιπλέον εγγυήσεις προστασίας του φορολογουμένου σε περίπτωση κοινοποίησης με συστημένη επιστολή που δεν παραδοθεί και δεν κοινοποιηθεί στο φορολογούμενο ή στον εκπρόσωπό του για οποιονδήποτε λόγο.
3. Προβλέπεται για πρώτη φορά ίδιος χρόνος παραγραφής της αξίωσης του φορολογουμένου για επιστροφή φόρου, ο οποίος καταβλήθηκε αχρεώστητα και του δικαιώματος της Φορολογικής Διοίκησης για έκδοση πράξης προσδιορισμού φόρου, αναφορικά με την αντίστοιχη φορολογική υποχρέωση από την οποία πηγάζει η αξίωση προς επιστροφή. Καταργείται με τον τρόπο αυτό η προνομιακή μεταχείριση του Δημοσίου ως προς την προθεσμία της παραγραφής που ήταν ασύμβατη προς τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της χρηστής διοίκησης.
4. Καθίσταται δυνατός ο συμψηφισμός όχι μόνο απαιτήσεων της Φορολογικής Διοίκησης από φόρους και λοιπά έσοδα του Δημοσίου που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα και σε όλη την εν γένει φορολογική και τελωνειακή νομοθεσία, αλλά και κάθε άλλης απαίτησης.
5. Εξειδικεύεται ο ορισμός της φοροδιαφυγής με την προσθήκη αντικειμενικών κριτηρίων, έτσι ώστε ως μη απόδοση, ανακριβής απόδοση, συμψηφισμός, έκπτωση ή διακράτηση φόρου να θεωρείται η μη απόδοση, ανακριβής απόδοση, συμψηφισμός, έκπτωση ή διακράτηση για κάθε φορολογικό έτος ή διαχειριστική περίοδο και για κάθε μία φορολογία ποσού τουλάχιστον 10.000 ευρώ, εφόσον πρόκειται για φυσικά πρόσωπα ή υπόχρεους τήρησης απλογραφικών βιβλίων και ποσού τουλάχιστον 60.000 ευρώ εφόσον πρόκειται για υπόχρεους τήρησης διπλογραφικών βιβλίων. Με τον τρόπο αυτό, η συνδρομή των προϋποθέσεων της φοροδιαφυγής, που συνεπάγεται διεύρυνση της προθεσμίας παραγραφής από τα πέντε στα είκοσι χρόνια, δεν διαπιστώνεται απλώς στη βάση του υποκειμενικού κριτηρίου του σκοπού απόκρυψης που μπορεί να οδηγήσει σε αυθαίρετα αποτελέσματα, αλλά προϋποθέτει τη συνδρομή αντικειμενικών στοιχείων που καταγράφονται επακριβώς στο κείμενο του νόμου.
6. Παρατείνεται για δύο χρόνια ακόμη η υποχρέωση έκδοσης φορολογικού πιστοποιητικού από ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης και υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων. Προκειμένου όμως να αποφευχθούν δυσανάλογες συνέπειες για τη μη τήρηση της υποχρέωσης αυτής, τα προβλεπόμενα πρόστιμα που κυμαίνονταν μεταξύ 10.000 και 100.000 ευρώ μειώνονται σημαντικά και ανέρχονται πλέον σε 5.000 με 40.000 ευρώ. Στο πλαίσιο, επίσης, της θέσπισης κανόνων ανάλυσης κινδύνου, στη βάση των οποίων λειτουργούν η Φορολογική Διοίκηση και η ελεγκτική διαδικασία, καταργείται η υποχρέωση ελέγχου από τη Φορολογική Διοίκηση των επιχειρήσεων που δεν έχουν εκδώσει φορολογικό πιστοποιητικό. Αντίθετα, η μη έκδοση φορολογικού πιστοποιητικού, όπως και η μη διαπίστωση σε αυτό παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας μπορούν να λαμβάνονται υπόψη κατά την επιλογή υποθέσεων προς έλεγχο στο πλαίσιο του προσδιορισμού κριτηρίων ανάλυσης κινδύνου.
7. Τέλος, οι διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας που αποβλέπουν στον εξοπλισμό της Φορολογικής Διοίκησης με τις απολύτως απαραίτητες εξουσίες, προκειμένου να καταστεί δυνατός ο φορολογικός έλεγχος και η είσπραξη των φόρων έχουν προκαλέσει αδικαιολόγητες παρανοήσεις και παρερμηνείες. Οι προτεινόμενες διατάξεις στην ουσία απλώς εντάσσουν στον Κώδικα και προσαρμόζουν στα σημερινά δεδομένα προβλέψεις που μέχρι σήμερα ήταν διάσπαρτες στη νομοθεσία μας. Η απόλυτα αρνητική στάση που φαίνεται να διατυπώνεται από ορισμένες πτέρυγες της Βουλής σε αυτό το σημείο δεν μπορεί να μην θέσει σε αμφισβήτηση εάν τελικά υπάρχει παντού η πολιτική βούληση για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Ειδικότερα:
- Η δυνατότητα της Φορολογικής Διοίκησης, εφόσον διαπιστώσει παραβάσεις φοροδιαφυγής, να επιβάλει σε βάρος του παραβάτη προληπτικά ή διασφαλιστικά του δημοσίου συμφέροντος μέτρα άμεσου και επείγοντος χαρακτήρα, όπως τη δέσμευση του πενήντα τοις εκατό (50%) των καταθέσεων, των πάσης φύσεως λογαριασμών και του περιεχομένου των θυρίδων υφίσταται ήδη, στη βάση του άρθρου 14 ν. 2523/1997 και, απλώς ενσωματώνεται στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας.
- Η δυνατότητα της Φορολογικής Διοίκησης, αποκλειστικά και μόνο σε επείγουσες περιπτώσεις ή για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου, να προβαίνει, εφόσον διαθέτει εκτελεστό τίτλο, σε συντηρητική κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη πριν τη λήξη της προθεσμίας καταβολής της οφειλής, υφίσταται όχι μόνο στο αρχικό κείμενο του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας που ψηφίστηκε το καλοκαίρι, αλλά και στην ήδη υφιστάμενη διάταξη του άρθρου 8 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων που αναφέρεται ακριβώς στη λήψη μέτρων για μη ληξιπρόθεσμα χρέη. Η συντηρητική κατάσχεση, άλλωστε, σύμφωνα και με τις γενικές διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας διατάσσεται για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου και είναι δυνατή ακόμη και στην περίπτωση δικαιώματος που εξαρτάται από αίρεση και προθεσμία (άρθρο 682 ΚΠολΔ). Για ληξιπρόθεσμα χρέη δεν τίθεται, κατά συνέπεια, κατά λογική και νομική αναγκαιότητα, θέμα συντηρητικής κατάσχεσης, καθώς σε αυτή την περίπτωση κινούνται οι διαδικασίες αναγκαστικές εκτέλεσης.
Όσον αφορά τον ΚΦΑΣ, το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα κάνει ένα περαιτέρω βήμα απλοποίησης των κανόνων φορολογικής απεικόνισης των συναλλαγών. Με τις ουσιαστικές αυτές παρεμβάσεις στον ισχύοντα ΚΦΑΣ, η νομοθεσία μας ευθυγραμμίζεται πλήρως με την ευρωπαϊκή νομοθεσία για τους κανόνες τιμολόγησης και τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές.
Η ισχύς της υποχρεωτικής χρήσης του δελτίου αποστολής λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2013, όπως έχει ήδη ψηφισθεί με το ν. 4093/2012 και όπως επιβάλλεται από το ευρωπαϊκό δίκαιο. Με την προτεινόμενη σήμερα διάταξη αποτρέπεται οποιοδήποτε κενό και προβλέπεται η εφαρμογή κατάλληλων δικλείδων, που θα εξειδικευθούν με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, για την παρακολούθηση της διακίνησης, των παραλαμβανομένων δηλαδή και μη τιμολογημένων ακόμη από τους προμηθευτές αποθεμάτων, καθώς και των αποθεμάτων που έχουν διακινηθεί και εκκρεμεί τιμολόγηση. Συνεπώς, η προτεινόμενη διάταξη, μαζί με την απόφαση του Γενικού Γραμματέα και τις οδηγίες που θα εκδοθούν για την εφαρμογή της έχει ως σκοπό τη διασφάλιση της δυνατότητας ελέγχου, μειώνοντας ταυτόχρονα την επιβάρυνση για τις επιχειρήσεις.
Με τους νέους Κώδικες Φορολογίας Εισοδήματος και Φορολογικής Διαδικασίας που είναι σήμερα έτοιμοι για εφαρμογή την 1η Ιανουαρίου 2014, όπως επίσης με τις τροποποιήσεις που εισάγουμε στους κανόνες φορολογικής απεικόνισης συναλλαγών, η Φορολογική Διοίκηση εξοπλίζεται με το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο, σύμφωνα με τις καλύτερες ευρωπαϊκές και διεθνείς πρακτικές, για να αντιμετωπίσει τις παθογένειες και τις δυσλειτουργίες δεκαετιών που δεν είναι καθόλου άμοιρες ευθυνών για την οικονομική κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια. Η συνεπής εφαρμογή της νέας φορολογικής νομοθεσίας αποτελεί θεμελιώδες βήμα, τόσο για την υπέρβαση της κρίσης, όσο και για τη μη επανάληψή της στο μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου