Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2018

Η ΚΑΤ ΆΡΘΡΟΝ 9 Ν.4554/18 ΕΙΣ ΟΛΟΚΛΗΡΟΝ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΝΑΘΕΤΟΝΤΟΣ ΕΡΓΟ Η ΤΜΗΜΑ ΕΡΓΟΥ (ΕΡΓΟΔΟΤΗΣ) ΜΕ ΤΟΝ ΕΡΓΟΛΑΒΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΜΗ ΤΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ Κ.Λ.Π

Άρθρο
Η κατ’ άρθρο 9 Ν. 4554/18 εις ολόκληρον ευθύνη τού αναθέτοντος έργο ή τμήμα έργου (εργοδότη) με τον εργολάβο γιά την πληρωμή τών αποδοχών κλπ.(παρ. 1)
Υπό ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΙΚΟΥΛΑ, Δικηγόρου
1. Το άρθρο 9 τού Ν. 4554/18
Το άρθρο 9 τού Ν. 4554/18 «Ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις - Αντιμετώπιση τής αδήλωτης εργασίας - Ενίσχυση τής προστασίας τών εργαζομένων - Επιτροπεία ασυνόδευτων ανηλίκων και άλλες διατάξεις», ο οποίος δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 130/Α/18-7-2018 έχει επί λέξει ως εξής:
«Άρθρο 9. – Ευθύνη αναθέτοντος, εργολάβου και υπεργολάβου έναντι τών εργαζομένων.

1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που αναθέτει, στο πλαίσιο τής επιχειρηματικής του δραστηριότητας, την εκτέλεση έργου ή τμήματος έργου (αναθέτων) σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (εργολάβο) ευθύνεται εις ολόκληρον και αλληλεγγύως με τον εργολάβο έναντι τών εργαζομένων τού τελευταίου για την καταβολή τών οφειλόμενων αποδοχών, ασφαλιστικών εισφορών, καθώς και τών τυχόν οφειλόμενων αποζημιώσεων απόλυσης.
Η ανωτέρω ευθύνη περιορίζεται στα δικαιώματα τών εργαζομένων που απορρέουν από τη συμβατική σχέση μεταξύ τού αναθέτοντα και τού εργολάβου για το συγκεκριμένο έργο ή τμήμα έργου.
Σε περίπτωση ανάθεσης τής εκτέλεσης τού έργου ή τμήματος τού έργου από τον εργολάβο σε υπεργολάβο, η εις ολόκληρον και αλληλέγγυα ευθύνη αφορά τον αναθέτοντα, τον εργολάβο και τον υπεργολάβο, υπό την επιφύλαξη τού προηγούμενου εδαφίου.
2. Εργολάβος που αναθέτει την εκτέλεση τού έργου ή τμήματος τού έργου σε υπεργολάβο, ο οποίος θα απασχολήσει προσωπικό για την εκτέλεσή του, υποχρεούται άμεσα να ενημερώνει εγγράφως τον αναθέτοντα.
3. Στη σύμβαση ανάθεσης έργου ή τμήματος τού έργου περιλαμβάνεται ειδικός όρος για την υποχρέωση τήρησης από τον εργολάβο τών διατάξεων τής εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας, τής νομοθεσίας για την υγεία και ασφάλεια τών εργαζομένων, καθώς και τής νομοθεσίας για την πρόληψη τού επαγγελματικού κινδύνου.
Ο ίδιος ειδικός όρος περιλαμβάνεται και στη σύμβαση που συνάπτει ο εργολάβος με τον υπεργολάβο.
4. Ο εργολάβος υποχρεούται να αποστέλλει κάθε μήνα στον αναθέτοντα αποδείξεις καταβολής τών αποδοχών και τών τυχόν οφειλόμενων αποζημιώσεων απόλυσης και βεβαιώσεις καταβολής τών ασφαλιστικών εισφορών τών εργαζομένων του, καθώς και τών εργαζομένων τού υπεργολάβου σε περίπτωση υπεργολαβίας.
Την υποχρέωση τού προηγούμενου εδαφίου έχει και ο υπεργολάβος έναντι τού εργολάβου.
5. Ο αναθέτων διατηρεί το δικαίωμα αναγωγής, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ιδίως εάν επέδειξε τη δέουσα επιμέλεια ως προς την εκπλήρωση τών υποχρεώσεων τού εργολάβου και τού τυχόν υπεργολάβου προς τους εργαζομένους τους. Δέουσα επιμέλεια θεωρείται ότι υπάρχει, ιδίως όταν ο αναθέτων σωρευτικά:
α) αξιώνει από τον εργολάβο, σύμφωνα με την παράγραφο 4, την αποστολή τών μηνιαίων αποδείξεων καταβολής τών αποδοχών και τών τυχόν οφειλόμενων αποζημιώσεων απόλυσης, καθώς και τών μηνιαίων βεβαιώσεων καταβολής τών ασφαλιστικών εισφορών τών εργαζομένων τού εργολάβου και τού τυχόν υπεργολάβου,
β) αποστέλλει εξώδικη δήλωση στον εργολάβο και τον τυχόν υπεργολάβο αμέσως μετά τη διαπίστωση τής παράβασης τών υποχρεώσεών τους έναντι τών εργαζομένων τους ή τής μη τήρησης τής υποχρέωσης τής περίπτωσης α’, καλώντας τους να συμμορφωθούν εντός δεκαπέντε (15) ημερών, και
γ) καταγγέλλει τη σύμβαση με τον εργολάβο αμέσως μετά την άπρακτη παρέλευση τής προθεσμίας τών δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση τής εξώδικης δήλωσης τής περίπτωσης β'.
Δικαίωμα αναγωγής, υπό τους ίδιους όρους, έχει και ο εργολάβος έναντι τού υπεργολάβου.
6.α) Ο εργολάβος ή και ο υπεργολάβος υποχρεούνται να αναγράφουν τα στοιχεία τού αναθέτοντα ή τού εργολάβου, αντίστοιχα, στον πίνακα προσωπικού που υποβάλλουν στο ΣΕΠΕ, για κάθε εργαζόμενο που απασχολούν εκτός τής έδρας τής επιχείρησής τους. Ο εργολάβος ή και ο υπεργολάβος, που απασχολούν εργαζόμενους σε δύο ή περισσότερα έργα, υποχρεούνται να αναγράφουν στον πίνακα προσωπικού το ωράριο απασχόλησης τών εργαζομένων σε κάθε έργο χωριστά, καθώς και τα στοιχεία καθενός αναθέτοντα ή εργολάβου, αντίστοιχα.
β) Ο εργολάβος ή και ο υπεργολάβος υποχρεούνται να εφοδιάζουν τους εργαζομένους με αντίγραφο ή απόσπασμα τού πίνακα προσωπικού, όταν εργάζονται εκτός τής έδρας τής επιχείρησής τους.
γ) Όταν οι εργαζόμενοι τού εργολάβου ή και τού υπεργολάβου εργάζονται στις εγκαταστάσεις τού αναθέτοντα, ο τελευταίος αναρτά στο χώρο εργασίας αντίγραφο τού πίνακα προσωπικού τής περίπτωσης β'.
Σε περίπτωση παράβασης τών υποχρεώσεων τής παρούσας παραγράφου, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις τού Ν. 3996/11 (Α' 170) (παρ. 6).
7. Αν η εργασία παρέχεται στις εγκαταστάσεις τής επιχείρησης ή τής εκμετάλλευσης τού αναθέτοντα, ο τελευταίος υποχρεούται από κοινού με τον εργολάβο ή και τον υπεργολάβο να τηρεί, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τα μέτρα υγείας και ασφάλειας στην εργασία, ευθυνόμενος εις ολόκληρον και αλληλεγγύως με τον εργολάβο ή και τον υπεργολάβο για την ικανοποίηση τών αξιώσεων τών εργαζομένων που απορρέουν από τις εν λόγω διατάξεις, καθώς και από τις διατάξεις για το εργατικό ατύχημα.
8. Η εις ολόκληρον και αλληλέγγυα ευθύνη τής παραγράφου 1 ισχύει για τρία (3) έτη από τη λήξη τής σύμβασης μεταξύ αναθέτοντα και εργολάβου.
9. Οποιαδήποτε συμφωνία τών μερών που αποκλείει ή περιορίζει τα δικαιώματα τών εργαζομένων από το παρόν άρθρο είναι αυτοδικαίως άκυρη.
10. Ειδικότερες διατάξεις τής κείμενης νομοθεσίας, εφόσον δεν είναι αντίθετες με τις διατάξεις τού παρόντος, εξακολουθούν να ισχύουν.
11. Οι διατάξεις τού παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στις δημόσιες συμβάσεις τού Ν. 4412/16 (Α' 147).
12. Οι διαφορές που ανακύπτουν από την εφαρμογή τών παραγράφων 1 και 7 τού παρόντος άρθρου υπάγονται στους κανόνες και τη διαδικασία εκδίκασης που ισχύουν για τις εργατικές διαφορές τού άρθρου 614 αριθμ. 3 ΚΠολΔ».
2. Η συνταγματικότητα ή μη τού άρθρου 9 Ν. 4554/18
Η διάταξη τού άρθρου 9 είναι αμφίβολης συνταγματικότητος. Ήδη η Επιστημονική Επιτροπή τής Βουλής εξέφρασε την άποψη ότι η διάταξη αυτή είναι προβληματική ως προς το αν συνάδη με την συνταγματικά προστατευόμενη αρχή τής αναλογικότητος.
Πέραν τούτου, η διάταξη αντιβαίνει στην επίσης συνταγματικά, καθώς και από την ΕΣΔΑ (Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων τού Ανθρώπου), κατοχυρωμένη οικονομική και επιχειρηματική ελευθερία και την εις τα πλαίσια αυτής προστατευομένη ελευθερία τών συμβάσεων.
Συγκεκριμένα η διάταξη πλήττει την εις τα πλαίσια τής ως άνω ελευθερίας απολύτως θεμιτή και εύλογη επιλογή τών επιχειρήσεων να καθορίζουν οι ίδιες τον αριθμό τών εργαζομένων τους και, αντί χρησιμοποιήσεως ή προσλήψεως δικών τους εργαζομένων, να συνάπτουν συμβάσεις έργου στα πλαίσια τών οποίων και προς εκτέλεση τού ανατεθειμένου έργου, οι υπηρεσίες που άλλως θα τους παρέχονταν από δικούς τους εργαζομένους (είτε από ήδη εργαζομένους τους είτε από εργαζομένους τους προσλαμβανομένους γι’ αυτόν τον σκοπό) να τους παρέχονται από τους εργαζομένους τού αντισυμβαλλομένου τους εργολάβου.
Κατά μείζονα λόγο η υπ’ όψη διάταξη αντιβαίνει στην επιχειρηματική και οικονομική ελευθερία καθ’ όσον θεσπίζει (συν)ευθύνη τού αναθέτοντος το έργο ανεξαρτήτως υπάρξεως υπαιτιότητός του και δη ακόμη και αν ούτος (ο αναθέτων το έργο) επέδειξε την δέουσα επιμέλεια ως προς την εκπλήρωση τών υποχρεώσεων τού εργολάβου και τού τυχόν υπεργολάβου προς τους εργαζομένους τών τελευταίων σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 5 τού άρθρου.
Σύμφωνα με την παρ. 5 τού άρθρου 9, ο αναθέτων το έργο έχει μεν πάντοτε δικαίωμα αναγωγής κατά τού εργολάβου είτε επέδειξε είτε δεν επέδειξε την δέουσα επιμέλεια, αλλά και αν επέδειξε την δέουσα επιμέλεια δεν απαλλάσσεται τής ευθύνης έναντι τών εργαζομένων τού εργολάβου!
Το ενδεδειγμένο, όπερ θα δικαιολογούσε ενδεχομένως θεώρηση τής διατάξεως ως οριακώς έστω συνάδουσας με το Σύνταγμα, θα ήταν ο εργοδότης να μην ευθύνεται καθόλου έναντι τών εργαζομένων τού εργολάβου εφ’ όσον επέδειξε την δέουσα επιμέλεια.
3. Ποίες συμβάσεις καταλαμβάνονται από το άρθρο 9
Από την αιτιολογική έκθεση τού νόμου και την συζήτηση στην Βουλή επί τού νομοσχεδίου που ψηφισθέν απετέλεσε τον Ν. 4554/18, προκύπτει ότι ο λόγος και σκοπός τού νόμου (η «ratio legis») ήταν να καλύψη η διάταξη μόνον τις περιπτώσεις outsourcing, δηλαδή μόνον τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αναθέτων το έργο αναθέτει λειτουργίες τής επιχειρήσεώς του σε εργολάβο προκειμένου να τις εκτελούν εργαζόμενοι τού τελευταίου, χωρίς να υπάρχη συμβατική σχέση μεταξύ αναθέτοντος το έργο και τών εργαζομένων τού εργολάβου (λ.χ. επιχείρηση δεν έχει λογιστήριο «in house» αλλά εξυπηρετείται σχετικώς από εργαζομένους εταιρείας λογιστών και συμβούλων επιχειρήσεων με την οποία συνάπτει σύμβαση έργου).
Χαρακτηριστική είναι η αποστροφή τής Υπουργού Εργασίας ότι «…με αυτόν τον τρόπο δημιουργούμε και έναν αποτρεπτικό χαρακτήρα στο να συνάπτονται εργολαβίες εκεί που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν, καθώς πια θα ευθύνονται απέναντι στους εργαζόμενους με τον ίδιο τρόπο όλοι στη σειρά τών εργολάβων και τού αναθέτοντος» (Βλ. τα πρακτικά τής από 10-7-2018 συνεδριάσεως ΡΝΓ’ τής Γ’ Συνόδου τής ΙΖ’ Περιόδου Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, αποθησαυρισμένα στην ιστοσελίδα τής Βουλής).
Είναι προφανές ότι ο νομοθέτης έκρινε αναγκαία την θέσπιση τής εν λόγω διατάξεως λαμβάνοντας υπ’ όψη, και ως αντιστάθμισμα τού ότι, δεν είναι δυνατόν στις ως άνω περιπτώσεις να θεμελιωθή και γίνη αποδεκτή η ύπαρξη συμβατικής σχέσεως, συγκεκριμένα συμβάσεως εργασίας, μεταξύ τού αναθέτοντος έργο (εργοδότη) και τού απασχολουμένου στο συγκεκριμένο έργο προσωπικού τού εργολάβου που με το εν λόγω προσωπικό (με το οποίο μόνον ο εργολάβος συνδέεται συμβατικώς) θα εκτελέση το έργο (Πρβλ. την περίπτωση εφ’ ης εξεδόθη η ορθή ΜΠΑ 391/18 ΔΕΝ 2018 τεύχος 1729 σελ. 289).
Ατυχώς, η διάταξη είναι άτεχνα διατυπωμένη με υπερβολική ευρύτητα, ώστε θα μπορούσε να υποστηριχθή ότι καλύπτει όλες ανεξαιρέτως τις συμβάσεις έργου!
Τουλάχιστον από την αναφορά τού νόμου σε «έργο» και «τμήμα έργου» πρέπει να συναχθή ότι δεν καταλαμβάνονται οι συμβάσεις μισθώσεως ανεξαρτήτων υπηρεσιών. (Ωστόσο πρέπει να σημειωθή ότι τα όρια μεταξύ συμβάσεως μισθώσεως ανεξαρτήτων υπηρεσιών και συμβάσεως έργου είναι συχνά δυσδιάκριτα).
Αν και εφ’ όσον κριθή η διάταξη σύμφωνη με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ (όπερ λίαν αμφίβολο σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτιθέμενα), θα πρέπει, κατά τελολογική - συσταλτική ερμηνεία, η εφαρμογή της να περιορισθή μόνον στις ως άνω συμβάσεις outsourcing και να μη τυγχάνη εφαρμογής ούτε στις άλλες συμβάσεις έργου ούτε σε συμβάσεις παροχής υπηρεσιών.
4. Το εύρος τής ευθύνης τού αναθέτοντος το έργο
Ο αναθέτων το έργο ευθύνεται εις ολόκληρον και αλληλεγγύως με τον εργολάβο έναντι τών εργαζομένων τού τελευταίου για την καταβολή στους τελευταίους τών οφειλομένων αποδοχών, ασφαλιστικών εισφορών, ακόμη και τών τυχόν οφειλομένων αποζημιώσεων απολύσεως!
Το μέγεθος ωστόσο τής εν λόγω ευθύνης πρέπει να εναρμονίζεται με το συγκεκριμένο έργο, όπως υποδηλώνεται στον νόμο με την διάταξη ότι «Η ανωτέρω ευθύνη περιορίζεται στα δικαιώματα τών εργαζομένων που απορρέουν από τη συμβατική σχέση μεταξύ τού αναθέτοντα και τού εργολάβου για το συγκεκριμένο έργο ή τμήμα έργου».
Παραδείγματα:
● Παράδειγμα 1:
Το έργο διήρκεσε 3 μήνες, ο δε εργαζόμενος τού εργολάβου δεν πληρώθηκε ούτε γι’ αυτούς τους 3 μήνες ούτε και για άλλους 4 μήνες κατά τους οποίους απασχολήθηκε σε άλλο έργο άλλου αναθέτοντος. Ο αναθέσας το έργο δεν θα χρωστά μισθούς 7 μηνών στον εργαζόμενο τού εργολάβου αλλά μόνον τους μισθούς τών ως άνω 3 μηνών και μόνον τις ασφαλιστικές εισφορές τών εν λόγω 3 μηνών (εφ’ όσον ο εργολάβος δεν παρακράτησε και δεν απέδωσε ούτε τις σχετικές ασφαλιστικές εισφορές).
● Παράδειγμα 2:         
Το έργο διήρκεσε 3 μήνες, ο δε έχων υπαλληλική ιδιότητα εργαζόμενος τού εργολάβου αμέσως μετά την παράδοση τού έργου απολύθηκε από τον εργολάβο χωρίς προειδοποίηση. Ο εργολάβος δεν τού κατέβαλε την νόμιμη αποζημίωση η οποία για τον συγκεκριμένο εργαζόμενο, έχοντα προϋπηρεσία 12 συνολικά ετών στον εργολάβο, ανερχόταν σε 8 μηνιαίους μισθούς.
Με δεδομένο ότι ο εργαζόμενος από τα 12 έτη υπηρεσίας του στον εργολάβο απασχολήθηκε μόνον 3 μήνες στο συγκεκριμένο έργο, ο αναθέσας το έργο δεν θα πρέπει να οφείλη ολόκληρη την δικαιούμενη αποζημίωση απολύσεως τού εργαζομένου, αλλά κλάσμα αυτής ανάλογο με την διάρκεια τού έργου, ήτοι, επειδή οι 3 μήνες είναι το 1/4 τού ενός έτους και άρα το 1/48 τής 12ετούς υπηρεσίας τού εργαζομένου στον εργολάβο, η ευθύνη τού αναθέσαντος το έργο απέναντι στον εργαζόμενο τού εργολάβου θα είναι το (1/48 Χ 8 μισθοί =) 0,16 τού 1 μηνιαίου μισθού τού εργαζομένου.
● Παράδειγμα 3:
Εταιρεία καθαρισμού χώρων επιχειρήσεων αναλαμβάνει ως εργολάβος τον με δικούς της εργαζομένους καθαρισμό τών γραφειακών χώρων τών αντισυμβαλλομένων της, ο δε εργαζόμενος τής Α, κάθε Δευτέρα καθαρίζει τα γραφεία τής εταιρίας 1, κάθε Τρίτη τής εταιρίας 2, κάθε Τετάρτη τής εταιρίας 3 κ.ο.κ. Στην περίπτωση αυτή, αν εντός τού π.χ. 6μηνου διαστήματος τού έργου ο εργαζόμενος τής εταιρίας καθαριότητας παρέσχε εργασίες καθαριότητας στην εταιρία 1 επί 20 συνολικά ημέρες, η ευθύνη τής εταιρίας αυτής απέναντί του, αν αυτός δεν πληρώθηκε τις αποδοχές του από τον εργοδότη του (εταιρία καθαρισμού χώρων) θα περιορίζεται μόνο στις αποδοχές αυτών τών 20 ημερών! Σε αυτήν την περίπτωση ο μη πληρωθείς εργαζόμενος τής εταιρίας καθαρισμού χώρων πιθανότατα θα συνεναγάγη, ομού μετά τού εργοδότη του, όλες τις αντισυμβαλλόμενες τού εργοδότη του εταιρίες στις οποίες παρέσχε τις υπηρεσίες του!
Πρέπει επίσης να σημειωθή, με έρεισμα την αναφορά τής διατάξεως σε ανάθεση εκτελέσεως έργου ή τμήματος έργου από τον αναθέτοντα «στο πλαίσιο τής επιχειρηματικής του δραστηριότητας», ότι δεν καλύπτονται από την διάταξη περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αναθέτων το έργο δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα. Π.χ. δεν καλύπτεται η περίπτωση τής αναθέσεως τού έργου καθαρισμού πολυκατοικίας ή/και τού έργου τής εκδόσεως κοινοχρήστων από τους συνιδιοκτήτες πολυκατοικίας, καθ’ όσον ούτοι δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα.
5. Περιεχόμενο τής συμβάσεως αναθέσεως έργου ή τμήματος έργου
Κατά τον νόμο θα πρέπει στην σύμβαση αναθέσεως έργου ή τμήματος τού έργου να περιλαμβάνεται ειδικός όρος για την υποχρέωση τηρήσεως από τον εργολάβο τών διατάξεων τής εργατικής και ασφαλιστικής νομοθεσίας, τής νομοθεσίας για την υγεία και ασφάλεια τών εργαζομένων, καθώς και τής νομοθεσίας για την πρόληψη τού επαγγελματικού κινδύνου.
6. Στοιχεία τα οποία κατά το νόμο έχει δικαίωμα ο αναθέτων το έργο να ζητή και ο εργολάβος να χορηγή στον αναθέτοντα
Ο εργολάβος υποχρεούται να αποστέλλη κάθε μήνα στον αναθέτοντα αποδείξεις καταβολής τών αποδοχών και τών τυχόν οφειλόμενων αποζημιώσεων απολύσεως και βεβαιώσεις καταβολής τών ασφαλιστικών εισφορών τών εργαζομένων του, καθώς και τών εργαζομένων τού υπεργολάβου σε περίπτωση υπεργολαβίας.
Αναφερόμενος σε «αποδείξεις καταβολής τών αποδοχών» ο νόμος φαίνεται να υπονοεί τα εξοφλητικά (εκκαθαριστικά) σημειώματα πληρωμής τών αποδοχών, ωστόσο θα έπρεπε ρητώς να προβλέπη σαφώς ότι η σχετική υποχρέωση αφορά τόσο τα σημειώματα αυτά όσο και τα παραστατικά πληρωμής τών εργαζομένων τού εργολάβου (καταθετήρια Τράπεζας κατά βάσιν), εν όψει τού γεγονότος ότι τα εκκαθαριστικά σημειώματα πληρωμής τών αποδοχών τών εργαζομένων δεν απαιτείται από τον νόμο να φέρουν την υπογραφή τών εργαζομένων, και τού γεγονότος ότι η νομότυπη σύνταξή τους δεν εγγυάται ότι αληθώς ο εργολάβος κατέβαλε τις αποδοχές τών εργαζομένων του. (Άλλο το ζήτημα ότι από τα παραστατικά πληρωμής θα προκύπτη ο τραπεζικός λογαριασμός στον οποίο ο εργαζόμενος τού εργολάβου έχει δηλώσει να τού καταβάλλεται ο μισθός του, όπερ ενδεχομένως αντιβαίνει στον από Μαΐου 2018 ισχύοντα Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα).
Παρομοίως, και όσον αφορά τις κατά τον νόμο «βεβαιώσεις καταβολής τών ασφαλιστικών εισφορών» τών εργαζομένων τού εργολάβου (ή υπεργολάβου), ο νόμος πάσχει ασάφεια. Θα έπρεπε ο νόμος ν’ αναφέρεται σε χορήγηση τόσο τών υποβληθεισών αναλυτικών περιοδικών δηλώσεων, όσο και τών σχετικών παραστατικών πληρωμής τους με ηλεκτρονικό μέσο πληρωμής.
Περαιτέρω, ο νόμος δεν υποχρεώνει τον εργολάβο να χορηγή άλλα στοιχεία στον αναθέτοντα το έργο, ιδίως δεν τον υποχρεώνει σε χορήγηση τών ατομικών συμβάσεων εργασίας τών εργαζομένων του και τών σχετικών γνωστοποιήσεων τού ΠΔ 156/94. Έτσι όμως δεν μπορεί να είναι βέβαιος ο αναθέτων το έργο ότι ο εργολάβος πλήρωσε κανονικά και στο ακέραιο στον εργαζόμενό του τις αποδοχές του σύμφωνα με τους όρους τής ατομικής συμβάσεως εργασίας τού εργαζομένου.
Η όλη αυτή επίπονη και μη στερουμένη κόστους γραφειοκρατική διαδικασία που υποχρεώνει τον αναθέτοντα το έργο για 3 χρόνια (μετά τα οποία παραγράφεται η ευθύνη του) να τηρή στοιχεία για το απασχολούμενο στο έργο προσωπικό τού εργολάβου, καταντά, τελικά, να στερήται νοήματος, αφού και η επιμελής τήρησή της από τον αναθέτοντα το έργο δεν τον απαλλάσσει από την ευθύνη του έναντι τών εργαζομένων τού εργολάβου. (Βλ. όσα αναφέρονται ανωτέρω για την παρ. 5 τού άρθρου 9).
Σε κάποιες περιπτώσεις το κόστος τής εν λόγω γραφειοκρατίας θα είναι δυσθεώρητο, ιδίως για μεγάλες επιχειρήσεις που ανά πάσα στιγμή διατηρούν ενεργές πολυάριθμες συμβάσεις έργου με εργολάβους, υπεργολάβους, υπεργολάβους τών υπεργολάβων κ.ο.κ., το προσωπικό τών οποίων (εργολάβων, υπεργολάβων κ.λπ.) παρέχει την εργασία του στα πλαίσια τών εν λόγω συμβάσεων έργου. (Χαρακτηριστικά, επιχείρηση που είναι γνωστό ότι διατηρεί ενεργές πολυάριθμες συμβάσεις έργου ως αναθέτων, είναι η ΔΕΗ).
Μόνη διέξοδος διαφυγής, η οποία πάντως αποκλείει μόνον για τον εφεξής χρόνο την ευθύνη τού αναθέτοντος το έργο έναντι τών εργαζομένων τού εργολάβου, είναι, κατά την παρ. 5γ τού νόμου, η αποστολή εξώδικης δηλώσεως τού αναθέτοντος στον εργολάβο που δεν εκπληρώνει τις παραπάνω υποχρεώσεις του και εν συνεχεία η καταγγελία τής συμβάσεως έργου από τον αναθέτοντα το έργο.
Ιδιαιτέρως πρέπει να σημειωθή ότι ο αναθέτων το έργο έχει, όταν οι εργαζόμενοι τού εργολάβου (ή υπεργολάβου) εργάζονται στις δικές του εγκαταστάσεις, την υποχρέωση να αναρτά στον χώρο εργασίας αντίγραφο ή απόσπασμα τού πίνακα προσωπικού τού εργολάβου, στον οποίο απεικονίζονται οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι, διαφορετικά θα τού επιβληθή πρόστιμο.
Στην ίδια ως άνω περίπτωση (δηλαδή οσάκις η εργασία παρέχεται στις εγκαταστάσεις τής επιχείρησης ή τής εκμετάλλευσης τού αναθέτοντος), ο αναθέτων υποχρεούται από κοινού με τον εργολάβο ή και τον υπεργολάβο να τηρή, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τα μέτρα υγείας και ασφάλειας στην εργασία, ευθυνόμενος εις ολόκληρον και αλληλεγγύως με τον εργολάβο ή και τον υπεργολάβο για την ικανοποίηση τών αξιώσεων τών εργαζομένων που απορρέουν από τις εν λόγω διατάξεις, καθώς και από τις διατάξεις για το εργατικό ατύχημα.
Εμμέσως πλην σαφώς προκύπτει από την διατύπωση τής διατάξεως και ότι είναι δυνατή ευθύνη τού αναθέτοντος το έργο περί την πληρωμή τών αποδοχών κλπ. τών εργαζομένων τού εργολάβου που παρέχουν την εργασία τους στις εγκαταστάσεις τού τελευταίου!
Τούτο όμως υπονομεύει την ασφάλεια τών συναλλαγών. Ο εργοδότης που αναθέτει σε εργολάβο έργο εκτελεστέο σύμφωνα με την σύμβαση έργου, από εργαζομένους τού τελευταίου (εργολάβου) εκτός τών χώρων τού εργοδότη (λ.χ. εντός τών γραφείων και εγκαταστάσεων τού εργολάβου) δεν δύναται πάντοτε να γνωρίζη ποίοι εργαζόμενοι τού εργολάβου και επί ποίο και πόσο τμήμα τού χρόνου εργασίας τους απασχολούνται στο συγκεκριμένο έργο. Ιδιαίτερα το πρόβλημα αυτό ανακύπτει στην όχι ασυνήθη περίπτωση καθ’ ην ο εργολάβος έχει συνάψει και εκτελεί με το δικό του προσωπικό και άλλα αντίστοιχα έργα για λογαριασμό άλλων αντισυμβαλλομένων του επιχειρήσεων - πελατών του.
Το ποίο και πόσο τμήμα τού εργασιακού τους χρόνου αφιερώνουν στην ανωτέρω περίπτωση οι εργαζόμενοι τού εργολάβου σε κάθε αντισυμβαλλόμενο πελάτη τού εργολάβου είναι λίαν πιθανό ότι δεν θα δύναται να το γνωρίζη επακριβώς ούτε αυτός ούτος ο εργολάβος!
Ούτε βέβαια ο αναθέτων το έργο (εργοδότης - πελάτης τού εργολάβου) θα γνωρίζη ποίων εργαζομένων τού αντισυμβαλλομένου του εργολάβου τα στοιχεία (αποδείξεις πληρωμής, βεβαιώσεις καταβολής ασφαλιστικών εισφορών κ.λπ.) θα πρέπει να ζητή από τον εργολάβο! Μήπως θα πρέπει να ζητήση στοιχεία για το σύνολο τού προσωπικού του εργολάβου;
Εξυπακούεται ότι στην υπ’ όψη περίπτωση (τής εκτελέσεως τού έργου από εργαζομένους τού εργολάβου εκτός τών εγκαταστάσεων τού αναθέτοντος το έργο) αφήνεται ελεύθερο το πεδίο και για συμπαιγνίες. Λ.χ. θα δύναται αφερέγγυος εργολάβος να παροτρύνη εργαζομένους του, τών οποίων τις αποδοχές αδυνατεί να καταβάλη, σε εναγωγή τού πλέον φερέγγυου εκ τών αντισυμβαλλομένων του εργοδοτών - πελατών, έστω και αν οι εργαζόμενοί του αυτοί δεν απασχολήθηκαν ποτέ στο συγκεκριμένο έργο που είχε αναθέτοντα τον συγκεκριμένο αντισυμβαλλόμενό του!
7. Παραγραφή τής κατά τού αναθέτοντος αξιώσεως τών εργαζομένων τού εργολάβου (ή υπεργολάβου)
Η εις ολόκληρον και αλληλέγγυος ευθύνη τού αναθέτοντος το έργο ισχύει για τρία (3) έτη από τη λήξη τής σύμβασης μεταξύ αναθέτοντος και εργολάβου.
Δοθέντος ωστόσο ότι δεν είναι νοητό να ευθύνεται ο αναθέτων το έργο και στην περίπτωση που για κάποιο λόγο δεν ευθύνεται καθόλου ο εργολάβος, πρέπει να γίνη δεκτό ότι αν π.χ. παρέλθη άπρακτη η 6μηνη αποσβεστική προθεσμία εντός τής οποίας ο απολυθείς εργαζόμενος ώφειλε να ασκήσει αγωγή κατά τού εργοδότη του, δηλαδή κατά τού εργολάβου, διεκδικώντας την μη καταβληθείσα αποζημίωση απολύσεώς του, σ’ αυτήν την περίπτωση, μετά την άπρακτη πάροδο αυτής τής προθεσμίας, παύει να υφίσταται ευθύνη τού αναθέτοντος το έργο έστω και αν δεν συμπληρώθηκαν 3 έτη από την λήξη τής συμβάσεως έργου.
Επίσης ορθόν είναι να γίνη δεκτό ότι ως «λήξη» τής συμβάσεως έργου από την οποία αρχίζει η ως άνω 3ετής παραγραφή πρέπει να νοηθή και η καθ’ οιονδήποτε τρόπο λύση τής συμβάσεως έργου, π.χ. η σύμφωνα με την παρ. 5γ τού άρθρου 9 τού νόμου πρόωρη, πριν από τον συμφωνημένο χρόνο λήξεως τού έργου, λύση τής συμβάσεως έργου με καταγγελία τού αναθέτοντος.
8. Η εις ολόκληρον ευθύνη τού αναθέτοντος το έργο δεν είναι ούτε ευθύνη εξ αδικοπραξίας ούτε ευθύνη εκ συμβάσεως αλλά ιδιόμορφη (sui generis) ευθύνη εκ τού νόμου (ex lege) - Ανυπαρξία ποινικής ευθύνης τού αναθέτοντος το έργο
Προδήλως η εις ολόκληρον ευθύνη τού αναθέτοντος το έργο δεν είναι ούτε ευθύνη εξ αδικοπραξίας ούτε ευθύνη εκ συμβάσεως αλλά ιδιόμορφη (sui generis) ευθύνη εκ τού νόμου (ex lege).
Περαιτέρω, ως εκ τής διατυπώσεως τών στενώς πάντοτε ερμηνευτέων (nullum crimen, nulla poena sine lege stricta!) ποινικών διατάξεων που αναφέρονται σε μη καταβολή αποδοχών, μη πληρωμή αποζημιώσεως απολύσεως και μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών (άρθρο μόνο τού ΑΝ 690/45 όπως ισχύει μετά από την αντικατάστασή του από τον Ν. 2336/95, άρθρο 28 Ν. 3996/11 κ.λπ.), δεν είναι δυνατή η εφαρμογή τους εις βάρος τού αναθέτοντος το έργο.
9. Συμπερασματικά, η διάταξη τού άρθρου 9 τού Ν. 4554/18 είναι πολλαπλώς προβληματική τόσο ως προς την συνταγματικότητά της όσο και αναφορικά με την εφαρμογή της στην πράξη. Επιβαρύνει το κόστος τών επιχειρήσεων, αποτελεί πρόσφορο πεδίο για αντιπαραθέσεις και αντεγκλήσεις μεταξύ αναθετόντων έργα και εργολάβων και υπεργολάβων και κάθε άλλο παρά προάγει την ασφάλεια τών συναλλαγών.
Στην πράξη οι αναθέτοντες, τουλάχιστον οι εξ αυτών οικονομικά ισχυρότεροι, με δεδομένο ότι και αν επιδείξουν την κατά το άρθρο 9 παρ. 5 τού νόμου δέουσα επιμέλεια και πάλι δεν απαλλάσσονται τής θεσπιζομένης με το άρθρο αυτό (συν)ευθύνης τους, είναι πολύ πιθανόν ότι θα υποχρεωθούν να προσφύγουν σε άλλα μέσα προκειμένου να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους. Λ.χ. θα ζητούν ως εξασφάλιση εγγυητικές επιστολές από τους αντισυμβαλλομένους τους εργολάβους.
Η εφαρμογή τής επισκοπουμένης διατάξεως στην πράξη (εφ’ όσον, όπερ απίθανο, κριθή σύμφωνη με το Σύνταγμα), θα έχη αποτελέσματα αντίθετα από την εκπεφρασμένη βούληση τού νομοθέτη. Θα οδηγήση σε διακοπή ή περιστολή τής λειτουργίας τών αναλαμβανουσών εργολαβίες επιχειρήσεων, ιδίως τών εξ αυτών οικονομικά ασθενεστέρων. Εκ παραλλήλου θα οδηγήση σε αποτροπή επεκτάσεως τών δραστηριοτήτων επιχειρήσεων στην οποία (επέκταση) αυτές θα προέβαιναν μόνον μέσω τής χρησιμοποιήσεως προσωπικού αντισυμβαλλομένου τους εργολάβου, την οποία όμως (επέκταση) τελικώς δεν θα πραγματοποιήσουν εξ αιτίας τού προσθέτου κόστους συμμορφώσεώς των προς την εν θέματι διάταξη και τού κινδύνου να κληθούν να καταβάλουν τις αποδοχές, ασφαλιστικές εισφορές και αποζημιώσεις απολύσεως τού προσωπικού τού εργολάβου.
Εξυπακούεται άλλως τε ότι ουδόλως αποκλείεται οι επιχειρήσεις να επιχειρήσουν να επιρρίψουν το πρόσθετο κόστος συμμορφώσεώς των προς την διάταξη τού άρθρου 9 Ν. 4554/18 και με αύξηση τής χρεώσεως, στους καταναλωτές τών προϊόντων και υπηρεσιών τους, με συνακόλουθη επιβάρυνση τού τιμαρίθμου και τού κόστους διαβιώσεως.
Συνεπώς, τελικώς, η εφαρμογή στην πράξη τής διατάξεως τού άρθρου 9 τού Ν. 4554/18 θα οδηγήση σε αποθάρρυνση και περιορισμό τής ιδιωτικής επιχειρηματικής δραστηριότητος και σε αποτροπή αυξήσεως ή ακόμη και μείωση τής απασχολήσεως.


(παρ. 1) Βλ. και Κ. Γάτσιον στο ΔΕΝ 2018, τεύχος 1738 σελ. 1005.
πηγή .ΔΕΝ Τεύχοςς 1740 Σελίδες 1121-1128

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *